Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Η ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ


ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ
Ορισμός:  Θανατική ποινή είναι η ποινή που επιβάλλεται σε έναν εγκληματία από τις αρχές ενός κράτους, και έχει να κάνει με την αφαίρεση της ζωής αυτού. Είναι η αυστηρότερη ποινή που μπορεί να επιβληθεί και συχνά ονομάζεται «η εσχάτη των ποινών».
Η ιστορία της θανατικής ποινής
 Η θανατική ποινή δεν είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο. Αντίθετα, εμφανίζεται ήδη από την προ-χριστιανική εποχή, σε διάφορες εποχές και περιοχές. Αρχικά είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, κυρίως με την μορφή θυσίας, ενώ ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν η αντεκδίκηση (βεντέτα). Με την ισχυροποίηση όμως της κρατικής εξουσίας και με τον χαρακτηρισμό ως εγκλήματος κάθε πράξης που διαταράσσει την κοινωνική ειρήνη, η θανατική ποινή, απέκτησε ανταποδοτικό χαρακτήρα για τον δράστη και παραδειγματικό για τους υπηκόους του μονάρχη.

 Κατά την αρχαιότητα οι κοινωνίες θεσμοποίησαν διάφορους τρόπους εκτέλεσης των θανατοποινιτών: Οι Βαβυλώνιοι την πυρά, τον πνιγμό και τον ανασκολοπισμό, οι Πέρσες και οι Ρωμαίοι την σταύρωση, οι Εβραίοι την σταύρωση και τον λιθοβολισμό και οι Αιγύπτιοι όλα τα παραπάνω και επιπλέον τον απαγχονισμό, τον πνιγμό και τον αποκεφαλισμό. Πολλοί από τους τρόπους αυτούς διατηρήθηκαν για πολλούς αιώνες με την προσθήκη στα νεώτερα χρόνια του τυφεκισμού.Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν επιλέξει για την εκτέλεση των εγκληματιών τον λιθοβολισμό, το κατακρήμνισμα (Καιάδας), το δηλητήριο (το κώνειο στο Σωκράτη) και τον αποτυμπανισμό για σοβαρά αδικήματα εναντίον του δήμου στην Αθήνα. Ο όρος προέρχεται από την λέξη τύμπανο, που δήλωνε μια μακριά σανίδα πάνω στην οποία έδεναν τον λαιμό και τα άκρα του καταδίκου, χωρίς να είναι γνωστός ο τρόπος θανάτωσης. Έχουν διατυπωθεί οι εκδοχές του αποκεφαλισμού, της θραύσης του κρανίου με ρόπαλο ή απλή πρόσδεση και ο θάνατός του από πείνα και δίψα.
 Η πιο δημοφιλής μέθοδος θανατικής ποινής από τους πρώτους αιώνες μ.Χ. ήταν η κρεμάλα, όπως φυσικά και η πυρά, η οποία είχε συνδυαστεί με τον πνευματικό σκοταδισμό και το κάψιμο των μαγισσών. Ο αριθμός των ατόμων που εκτελούνταν εκείνα τα χρόνια ήταν τεράστιος αφού δεν υπήρχε σύστημα δικαιοσύνης, ενώ επικρατούσε μεγάλη αυθαιρεσία από τη μεριά των τοπικών αρχών. Όσο για την κοινωνική κατακραυγή...το πλήθος μάλλον επευφημούσε τους δήμιους, αφού θεωρούσε τη δημόσια εκτέλεση ως μέσο απόδοσης δικαιοσύνης και ικανοποίησης του κοινού αισθήματος.
 Σε πολλούς πολιτισμούς συνυπήρχαν διαφορετικά είδη θανάτωσης, ανάλογα με το διαπραχθέν έγκλημα, διότι κάθε είδος είχε συνήθως διαφορετικό συμβολισμό. Για παράδειγμα, στην Ευρώπη, ο θάνατος δι' απαγχονισμού θεωρείτο εξευτελιστικός και προβλεπόταν για ληστές, σε αντίθεση με τον αποκεφαλισμό, που θεωρείτο ευγενής τρόπος θανάτου, κατάλληλος για αριστοκράτες. Οι αιρετικοί καίγονταν στην πυρά διότι, σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής, η φωτιά ήταν μέσο κάθαρσης.Οι περισσότερες εκτελέσεις στην ιστορία, και ακόμη και σήμερα σε κάποιες χώρες, γίνονταν δημοσίως, ενώπιον πολλών θεατών, για παραδειγματισμό και για επίδειξη της δύναμης του κράτους.
 Παρ'όλα αυτά, με το πέρασμα των χρόνων, οι ποινές άρχισαν να γίνονται πιο λογικές, και ταυτόχρονα, απαγορεύτηκε η θανατική ποινή για μικρά εγκλήματα.

Η θανατική ποινή στην Ευρώπη
 Σύμφωνα με το Άρθρο 1. του 6ου πρωτόκολλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που επικυρώθηκε από όλες τις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης απαγορεύεται σε κράτη – μέλη της η εφαρμογή της θανατικής ποινής. Μοναδική εξαίρεση στο άρθρο 2. όπου προβλέπει ότι οι χώρες μπορούν με νόμο να προβλέπουν τη θανατική ποινή για πράξεις εν καιρώ πολέμου ή άμεσης απειλής πολέμου. Γενικότερα, εν έτη 2017 σε καμία χώρα της Ευρώπης δεν υφίσταται νομοθετικά και δεν εφαρμόζεται ως ποινή, με μία και μοναδική εξαίρεση την Λευκορωσία.
Η θανατική ποινή στην Ελλάδα
 Στην Ελλάδα, η θανατική ποινή καταργήθηκε το 1993  (Νόμος 2172/1993, άρθρο 33, παράγραφος 1, ΦΕΚ Α΄ 207) και θεσπίστηκε συνταγματικά στην αναθεώρηση του 2001. Αξίζει να αναφερθεί πως η χώρα μας ήταν από τις τελευταίες ευρωπαϊκές χώρες που κατήργησαν συνταγματικά την ποινή του θανάτου. Η τελευταία εκτέλεση επί ελληνικού εδάφους πραγματοποιήθηκε το 1972 (περίπτωση Λυμπέρη – σκότωσε πεθερά, γυναίκα και τα δύο του παιδιά), ενώ ο Νίκος Κοεμτζής με την γνωστή σε όλους ‘’παραγγελιά’’ ήταν ο πρώτος που είχε αποφύγει την εσχάτη των ποινών.
Ηθικές θεωρίες και θανατική ποινή: Η θανατική ποινή από τη σκοπιά του ωφελιμισμού και της καντιακής ηθικής θεωρίας
 Σύμφωνα με την θεωρία του Κάντ, για να χαρακτηριστεί μια πράξη ως ηθική πρέπει να μπορέσει να αποτελεί καθολικό κανόνα. Η θανατική ποινή αποτελεί μια μορφή φόνου και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να αποτελέσει καθολικό κανόνα. Ακόμα και κι αν η κοινωνία μπορεί να ωφεληθεί από τον θάνατο ενός ανθρώπου, ο άνθρωπος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Άλλωστε ο άνθρωπος πρέπει να αποτελεί τον σκοπό και οχι το μέσο. Η σκέψη του Κάντ, επομένως, οδηγεί στην υποστήριξη της κατάργησης της θανατικής ποινής.
 Η θεωρία του ωφελιμισμού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για να υποστηρίξει την θανατική ποινή, όσο και για να την απορρίψει. Από την μια μεριά, η θανατική ποινή θα μπορούσε να οδηγήσει στην μείωση της εγκληματικότητας, καθώς οι εγκληματίες θα παραδειγματιστούν και ο φόβος θα τους αποτρέπει να διαπράττουν αδικίες. Το όφελος, που συνεπώς προκύπτει από την θανατική ποινή είναι σημαντικό. Ωστόσο, εξετάζοντας τη θανατική ποινή από άλλη πλευρά του ωφελιμισμού, θα μπορούσε να υποστηρίξει ακριβώς το αντίθετο. Η απόρριψη της θανατικής ποινής μπορεί να στηριχθεί στο γεγονός ότι σε χώρους όπου επιτρέπεται, η εγκληματικότητα βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Επιχειρήματα υπέρ της θανατικής ποινής
Α) Η θανατική ποινή έχει απίστευτη εκφοβιστική και προληπτική δύναμη καθώς ο φόβος της ποινής του θανάτου  αποθαρρύνει τον εγκληματία από την τέλεση εγκλήματος .Πολλοί επιστήμονες αναφέρουν ότι ακόμα και η φυλάκιση και οι λοιπές ποινές που επιβάλλονται από το ποινικό μας σύστημα λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους μελλοντικούς εγκληματίες,  πόσο μάλλον η γνώση ότι μετά την τέλεση της πράξης , τους περιμένει η εκτέλεση. Αν, λοιπόν, τιμωρούνταν τόσο αυστηρά κάποια εγκλήματα, πολλοί που τώρα προβαίνουν στην τέλεση αυτών σίγουρα θα αποθαρρύνονταν.
Β) Η ισάξια ανταπόδοση είναι η μόνη που αρμόζει σε άτομα που έχουν αφαιρέσει κάποια ανθρώπινη ζωή  αλλά και σε περιπτώσεις  άλλων εγκλημάτων  που πλήττουν σοβαρά μια ανθρώπινη ζωή όπως είναι οι βασανισμοί, οι βιασμοί, η παιδεραστία, η εμπορία ναρκωτικών κ.ά. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να τιμωρηθούν τέτοιοι εγκληματίες που τυγχάνουν της κατακραυγής του κόσμου και συχνά χαρακτηρίζονται από την κοινή γνώμη ως «ανθρωπόμορφα τέρατα» αν όχι με την εσχάτη των ποινών που είναι η ποινή του θανάτου;
Γ) Η δικαίωση της οικογένειας του θύματος, επέρχεται μόνο με τη θανάτωση του δράστη. Κυρίως σε περιπτώσεις δολοφονιών, πέρα από την τιμώρηση του δράστη ένα σημαντικό ζήτημα που προκύπτει είναι και η δικαίωση των συγγενών και του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος του θύματος  οι οποίοι είναι πολύ πιθανόν να ζητούν εκδίκηση. Στην περίπτωση αυτή η θανατική ποινή έχει διπλό ρόλο καθώς και ανακουφίζει ψυχικά την οικογένεια του θύματος αλλά και  αποφεύγονται έτσι φαινόμενα αυτοδικίας που παρατηρούνται πολύ συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις και μπορεί να καταλήγουν σε έναν αιματηρό κύκλο αντεκδίκησης.
Δ) Η ισόβια κάθειρξη  (που είναι 20 χρόνια) που απειλεί σήμερα τα βαρύτερα των  εγκλημάτων δεν εγγυάται ότι ο δράστης δεν θα ξαναπροβεί στην τέλεση του ίδιου εγκλήματος. Εις επίρρωση ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική δύναμη που διαθέτει ο δράστης, παρατηρείται το φαινόμενο η ισόβια κάθειρξη να μετατρέπεται ή να εξαγοράζεται με αποτέλεσμα ο δράστης μέσα σε λίγα χρόνια να είναι πάλι ελεύθερος και σε μεγάλο βαθμό να παραμένει ατιμώρητος. Ο εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή ακόμη και αν είναι για όλη του τη ζωή (περιπτώσεις καταδίκης σε δις και τρις ισόβια) δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο δράστης δεν θα διαπράξει το ίδιο έγκλημα και μέσα στη φυλακή αλλά ούτε και μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας πιθανής απόδρασής του. Η θανατική ποινή είναι η μόνη ποινή που μπορεί να εγγυηθεί τη σίγουρη  τιμωρία του δράστη χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο αλλά είναι και η μόνη περίπτωση που οι εγκληματίες στέκονται ισάξια απέναντι στο νόμο, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι.
Ε) Η πολιτεία έχει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας και της αυτοπροστασίας απέναντι στους «εχθρούς» της, σε αυτούς δηλαδή που επιλέγουν να μην συμμορφωθούν με τους νόμους της και καταλήγουν να αποτελούν κίνδυνο για τους πολίτες της . Με τη θανατική ποινή εξουδετερώνει και αχρηστεύει εντελώς όλους αυτούς τους επικίνδυνους εγκληματίες ενώ αποσοβείται ο κίνδυνος της επανάληψης τέτοιων φρικτών εγκλημάτων.
Επιχειρήματα κατά της θανατικής ποινής
Α) Η θανατική ποινή δεν προλαμβάνει κανένα έγκλημα. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για καθ’ έξιν εγκληματίες ή ψυχρούς και φανατισμένους δολοφόνους οι οποίοι δεν υπολογίζουν καθόλου τη θανατική ποινή, αφού πολλοί από αυτούς δεν διστάζουν να συμμετέχουν ακόμη και σε επιχειρήσεις αυτοκτονίας. Άλλωστε και στατιστικές πολλών χωρών έδειξαν ότι μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής δεν αυξήθηκαν τα  κακουργήματα.
Β) Το σύστημα «οφθαλμός αντί οφθαλμού» είναι αναχρονιστικό και δεν μπορεί να εφαρμόζεται στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Δεν μπορεί η κοινωνία να εφαρμόζει ως ποινή την ίδια την εγκληματική πράξη για την οποία κατηγορεί και καταδικάζει  το δράστη καθώς έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος βίας. Με την επιβολή της θανατικής ποινής το κράτος μετατρέπεται σε ένα νομιμοποιημένο δολοφόνο με τη δική μας συναίνεση. Αν λοιπόν δίνουμε στο κράτος το δικαίωμα να δολοφονεί τους πολίτες του, τότε του δίνουμε το δικαίωμα να παραβιάσει και άλλα δικαιώματα.
Γ) Μπορεί με τη θανατική ποινή να επέρχεται ψυχική δικαίωση της οικογένειας του θύματος αλλά με το θάνατο του δράστη το θύμα δεν επιστρέφει στη ζωή. Άλλωστε η θανάτωση του δράστη είναι μια απόφαση την οποία δεν παίρνει το ίδιο το θύμα αλλά η οικογένεια του για λογαριασμό του χωρίς να είναι σίγουρη αν και το θύμα θα είχε την ίδια επιθυμία.
Δ) Το σωφρονιστικό σύστημα δεν πρέπει να αποβλέπει στην εκδίκηση αλλά να έχει σωφρονιστικό χαρακτήρα με τελική επιδίωξη την διόρθωση, επανένταξη και επανακοινωνικοποίηση του εγκληματία. Η θανατική ποινή ακυρώνει τη λειτουργία αυτή του σωφρονιστικού συστήματος και εξαλείφει κάθε πιθανότητα μετάνοιας και μεταμέλειας από τον εγκληματία καθώς «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».
Ε) Βασικότερο καθήκον και πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας αποτελεί ο σεβασμός και η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της αξίας της προσωπικότητας του κάθε ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975). Ο εγκληματίας παρόλη την παραβατική συμπεριφορά του δεν στερείται την ανθρώπινη ιδιότητά του και η ζωή του δεν μπορεί να εξαιρεθεί αυτής της προστασίας. Σε κάθε δημοκρατικό καθεστώς η ανθρώπινη ζωή οφείλει να προστατεύεται απόλυτα χωρίς να εξαρτάται από καμία παράμετρο. Μόνον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα συναντάται το φαινόμενο της περιφρόνησης της ανθρώπινης αξίας σε άτομα που εγκλημάτησαν.
ΣΤ) Η θανατική ποινή  με το βάναυσο και απάνθρωπο χαρακτήρα της προκαλεί το κοινό αίσθημα, φανατίζει και εξάπτει το μίσος διχάζοντας την κοινωνία. Γενικά η χαλάρωση ή η υπερβολική αυστηρότητα στην επιβολή των ποινών μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για την κοινωνική σταθερότητα, επιφέροντας αναταραχές, συγκρούσεις, αναρχία και να οδηγήσει ακόμα και στην διάλυση της κοινωνίας. Όλα αυτά αποδεικνύουν την αναποτελεσματικότητα του σωφρονιστικού συστήματος να διατηρήσει την έννομη τάξη με ηπιότερα προληπτικά μέτρα και οδηγεί στην ηθική καταρράκωση της κοινωνίας.

Θρησκειολογική προσέγγιση της θανατικής ποινής
      «An eye for an eye ends up making the whole world blind» συνήθιζε να λέει ο ηγέτης της σύγχρονης Ινδίας Μαχάτμα Γκάντι. Στην πράξη όμως δεν υπάρχει καμία επίσημη γραμμή των Ινδουιστών για τη θανατική ποινή. Ωστόσο, ο Ινδουισμός αντιτίθεται στη θανατική ποινή, στη βία και στην εκδίκηση, σύμφωνα με την αρχή της μη-βίας. Η συζήτηση για τη θανατική ποινή στην Ινδία αναβίωσε το 2004. Επί του παρόντος, περισσότερα από 100 άτομα έχουν καταδικαστεί σε θάνατο στην Ινδία, αν και ο αριθμός των εκτελέσεων στη χώρα αυτή είναι πολύ χαμηλός.
       Η θανατική ποινή είναι σαφώς σε αντίθεση με την βουδιστική διδασκαλία. Οι Βουδιστές δίνουν μεγάλη έμφαση στην αποχή βίας και στην συμπόνια για όλη τους τη ζωή. Ο πρώτος Κανόνας απαιτεί από τους πολίτες να απέχουν από ό,τι τραυματίζει ή σκοτώνει κάποιο ζωντανό πλάσμα. Ο Βούδας δεν μίλησε ρητά για τη θανατική ποινή, αλλά οι διδασκαλίες του δεν δείχνουν να επικροτούν τη σωματική τιμωρία, όσο κακό και αν είναι το έγκλημα που διαπράχθηκε. Ο Βουδισμός πιστεύει ουσιαστικά στον κύκλο της γέννησης και της αναγέννησης (Samsara) και διδάσκει ότι αν η θανατική ποινή χρησιμοποιείται, θα έχει βλαβερές επιπτώσεις στις ψυχές και των δύο - δράστη και τιμωρού -στις μελλοντικές μετενσαρκώσεις. Παρά τη διδασκαλία του Βουδισμού όμως, αρκετές χώρες με σημαντικούς βουδιστικούς πληθυσμούς διατηρούν τη θανατική ποινή, όπως για παράδειγμα, η Ταϊλάνδη και η Κίνα.
       Από το 1959, η Διάσκεψη των αμερικανικών ραβίνων (CCAR) και η Ένωση για την αναμόρφωση του Ιουδαϊσμού (URJ) αντιτάχθηκαν επισήμως στη θανατική ποινή. Οι ραβίνοι αποφάσισαν ότι «τόσο στην ιδέα όσο και στην πράξη, στην εβραϊκή παράδοση η θανατική ποινή βρέθηκε απεχθής» και ότι δεν υπάρχει καμία πειστική απόδειξη "ότι η θανατική ποινή λειτουργεί ως αποτρεπτικός παράγοντας στο έγκλημα."
        Η θανατική ποινή έχει τεθεί εκτός νόμου στην πλειοψηφία των εθνών του κόσμου, αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως στη Μέση Ανατολή. Ένας από τους κύριους λόγους για τη χρήση της θανατικής ποινής σε αυτήν την περιοχή είναι ότι επιτρέπεται ρητά από το Κοράνι, το ισλαμικό ιερό κείμενο. Ως εκ τούτου, τα περισσότερα έθνη που θεωρούν το Ισλάμ ως θρησκεία του κράτους επιτρέπουν και ενθαρρύνουν τη χρήση της θανατικής ποινής. Αρκετοί είναι οι στίχοι του Κορανίου που υποστηρίζουν τη χρήση της θανατικής ποινής, όταν χρησιμοποιείται ως νόμιμο μέσο για την αναζήτηση δικαιοσύνης. Μουσουλμάνοι που υποστηρίζουν τη θανατική ποινή πιστεύουν ότι η χρήση της προσφέρει ένα αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο κατά της εγκληματικότητας και ως εκ τούτου, συμβάλλει στην προαγωγή της δικαιοσύνης. Ο ισλαμικός νόμος επιτρέπει τη χρήση της θανατικής ποινής ως τιμωρία του εκ προθέσεως φόνου και άλλων εγκλημάτων όπως ο βιασμός, η μοιχεία, η προδοσία, η αποστασία, ο σοδομισμός και η ομοφυλοφιλική συμπεριφορά. Παρά το γεγονός ότι η θανατική ποινή εξακολουθεί να υποστηρίζεται ευρέως στα ισλαμικά κράτη, υπάρχουν αυξανόμενες ομάδες μουσουλμάνων που υποστηρίζουν την κατάργηση της θανατικής ποινής. Όσοι αντιτίθενται στη θανατική ποινή διαφωνούν με την επικρατούσα τάση ερμηνείας του Κορανίου.
        Η Εκκλησία εναντιώνεται στη θανατική ποινή, επειδή στερεί από τον άνθρωπο τη δυνατότητα να μετανοήσει και να σωθεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Χριστός σταυρώθηκε ανάμεσα σε δύο ληστές και τους έδωσε τη δυνατότητα της μετάνοιας την τελευταία στιγμή.Η μετάνοια προϋποθέτει τη συνέχιση της ζωής. Με τη θανατική καταδίκη αφαιρείται η ανθρώπινη ζωή κι έτσι η μετάνοια καθίσταται ανέφικτη.
 Άλλος λόγος για τον οποίο η Εκκλησία εναντιώνεται στη θανατική ποινή είναι ότι υπάρχει το ενδεχόμενο, ενώ έχει επιβληθεί και εκτελεστεί η θανατική ποινή, εκ των υστέρων να αποδειχθεί ότι επρόκειτο για "δικαστική πλάνη", οπότε δεν υπάρχει περιθώριο επανόρθωσης. Επίσης,  δεν είναι δυνατόν η κρατική εξουσία να χρησιμοποιεί μέσα που η ίδια καταδικάζει, το φόνο, έστω και αν υποστηρίζεται ότι γίνεται για σωφρονισμό. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα.
Είναι ηθικά δικαιολογημένη η θανατική ποινή;  (Προσωπική άποψη)
 Στην  εποχή μας   πια,  η  θανατική ποινή  είναι  γεγονός  και  εφαρμόζεται  σε  πολλές  χώρες  του  πλανήτη,   ενώ  σε  άλλες  έχει  καταργηθεί  και  αποτελεί  παρελθόν. Γεννιέται λοιπόν το εξής ερώτημα:   Γιατί σκοτώνουμε ανθρώπους που σκοτώνουν ανθρώπους, για να δείξουμε ότι είναι λάθος το να σκοτώνεις ανθρώπους;  Η   θανατική  ποινή  δεν  είναι  δυνατόν   να  χρησιμοποιείται  εναντίον   του  εγκλήματος,  γιατί  έγκλημα  είναι  η ίδια.  Αποτελεί  κατάφορη   παραβίαση  των  ανθρωπίνων  δικαιωμάτων  κανείς δεν έχει το δικαίωμα να στερήσει τη ζωή του συνανθρώπου του για οποιονδήποτε λόγο. Θεωρώ πως αυτή η ποινή υποβαθμίζει την ανθρώπινη ζωή και παροτρύνει τους ανθρώπους να παίρνουν εκδίκηση δίχως να δίνουν μια ευκαιρία στον άλλον για μετάνοια και συγχώρεση. Επιπλέον, η θανατική ποινή αποκαλύπτει το σκληρό πρόσωπο μιας κοινωνίας, η οποία αδυνατώντας να δράσει ουσιαστικά και καίρια σε σχέση με την πρόληψη βίαιων εγκλημάτων, καταφεύγει σε μια εκ των υστέρων εκδικητική ποινή. Προκύπτει, επομένως, το συμπέρασμα πως η θανατική ποινή, όχι μόνο αναιρεί κάθε πρόθεση συμμόρφωσης από μέρους της πολιτείας, αλλά κι έρχεται ως λανθασμένη απάντηση σ’ ένα πρόβλημα που απαιτεί πολύ πιο έγκαιρες και ανθρωποκεντρικές παρεμβάσεις. Χρειαζόμαστε μια κοινωνία που στέκεται δίπλα στον κάθε άνθρωπο,με την επίσημη πολιτεία να νοιάζεται πραγματικά για τον πολίτη και τα προβλήματά του,με βοηθό μια παιδεία που διδάσκει την αλληλεγγύη, το σεβασμό, τη δικαιοσύνη, τη συνεργασία και αγάπη για τον συνάνθρωπο.
ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ
                                                                                                                 Γεωργία Χαρουνάι, Β2