Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Η ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ ΩΣ ΗΘΙΚΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ


Η ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ ΩΣ ΗΘΙΚΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Μία γνωστή ρήση υποστηρίζει ότι : «ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για το μεγαλύτερο
καλό αλλά και το μεγαλύτερο κακό συγχρόνως» και μία περίπτωση καταφανούς
απόδειξής του είναι η θανατική ποινή. Οι ανθρώπινες κοινωνίες σε όλα τα στάδια της
ιστορικής εξέλιξής τους, συνοδεύονται από τη βία και το έγκλημα ενώ η
αντιμετώπισή τους καθώς και η τιμωρία των εγκληματιών αποτέλεσαν ζητήματα
προβληματισμού από πολύ νωρίς.

Η εφαρμογή της θανατικής ποινής ή όχι αποτελεί μέχρι σήμερα ένα αμφιλεγόμενο
ζήτημα της αντεγκληματικής πολιτικής που διχάζει κοινή γνώμη, πολιτικούς και
επιστήμονες. Συγκεκριμένα η θανατική ποινή τυγχάνει υποστήριξης από μεγάλη
μερίδα πολιτών καθώς θεωρείται σύμβολο ασφάλειας αλλά και βέβαιος τρόπος
περιστολής της εγκληματικότητας.
Στις σύγχρονες κοινωνίες λοιπόν, παρά τους τόσους αγώνες ανά τους αιώνες και την
αναγνώριση πλέον της ζωής ως υπέρτατο δικαίωμα και προϋπόθεση για την ύπαρξη
όλων των υπολοίπων, χαρακτηριστικό που οδηγεί πολλούς στο να το αποκαλούν
«φυσικό δικαίωμα», η θανατική ποινή συνεχίζει να εφαρμόζεται, κυρίως σε πολλές
πολιτείες των ΗΠΑ και σε πολλές ανατολικές χώρες ενώ στην Ευρώπη έχει πλέον
καταργηθεί και αποτελεί παρελθόν. Η θανατική ποινή δεν είναι ένα σύγχρονο
φαινόμενο. Αντίθετα, εμφανίζεται ήδη από την προ-χριστιανική εποχή, σε διάφορες
εποχές και περιοχές. Πιο συγκεκριμένα, τον 18ο αιώνα π.Χ. στη Βαβυλώνα
επικρατούσε ο νόμος του βασιλιά Χαμουραμπί (Hammaurabi) σύμφωνα με τον οποίο
η θανατική ποινή λειτουργούσε ως τιμωρία για 25 εγκλήματα. Τον 14ο αιώνα π.Χ.
υπήρχε ο νόμος της Χιττίτης, ενώ τον 7ο αιώνα εμφανίστηκε ο γνωστός Δρακόντειος
νόμος στην Αθήνα, ο οποίος επέβαλλε τη θανατική ποινή σε όλα τα εγκλήματα.
Τέλος, και στη Ρώμη υπήρξε ο νόμος των Δώδεκα Πινάκων.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Α) Η θανατική ποινή έχει απίστευτη εκφοβιστική και προληπτική δύναμη καθώς ο
φόβος της ποινής του θανάτου αποθαρρύνει τον εγκληματία από την τέλεση
εγκλήματος .Πολλοί επιστήμονες αναφέρουν ότι ακόμα και η φυλάκιση και οι λοιπές
ποινές που επιβάλλονται από το ποινικό μας σύστημα λειτουργούν αποθαρρυντικά
για τους μελλοντικούς εγκληματίες πόσο μάλλον η γνώση ότι μετά την τέλεση της
πράξης , τους περιμένει η εκτέλεση. Αν λοιπόν τιμωρούνταν τόσο αυστηρά κάποια
εγκλήματα πολλοί που τώρα προβαίνουν στην τέλεση αυτών σίγουρα θα
αποθαρρύνονταν.
Β) Η ισάξια ανταπόδοση είναι η μόνη που αρμόζει σε άτομα που έχουν αφαιρέσει
κάποια ανθρώπινη ζωή αλλά και σε περιπτώσεις άλλων εγκλημάτων που πλήττουν
σοβαρά μια ανθρώπινη ζωή όπως είναι οι βασανισμοί, οι βιασμοί , η παιδεραστία, η
εμπορία ναρκωτικών κ.ά. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να τιμωρηθούν τέτοιοι
εγκληματίες που τυγχάνουν της κατακραυγής του κόσμου και συχνά χαρακτηρίζονται
από την κοινή γνώμη ως «ανθρωπόμορφα τέρατα» αν όχι με την εσχάτη των ποινών
που είναι η ποινή του θανάτου;
Γ) Η δικαίωση της οικογένειας του θύματος, επέρχεται μόνο με τη θανάτωση του
δράστη. Κυρίως σε περιπτώσεις δολοφονιών, πέρα από την τιμώρηση του δράστη
ένα σημαντικό ζήτημα που προκύπτει είναι και η δικαίωση των συγγενών και του
άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος του θύματος οι οποίοι είναι πολύ πιθανόν να
ζητούν εκδίκηση. Στην περίπτωση αυτή η θανατική ποινή έχει διπλό ρόλο καθώς και
ανακουφίζει ψυχικά την οικογένεια του θύματος αλλά και αποφεύγονται έτσι
φαινόμενα αυτοδικίας που παρατηρούνται πολύ συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις και
μπορεί να καταλήγουν σε έναν αιματηρό κύκλο αντεκδίκησης.
Δ) Η ισόβια κάθειρξη (που είναι 20 χρόνια) που απειλεί σήμερα τα βαρύτερα των
εγκλημάτων δεν εγγυάται ότι ο δράστης δεν θα ξαναπροβεί στην τέλεση του ίδιου
εγκλήματος. Εις επίρρωση ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική δύναμη που
διαθέτει ο δράστης, παρατηρείται το φαινόμενο η ισόβια κάθειρξη να μετατρέπεται
ή να εξαγοράζεται με αποτέλεσμα ο δράστης μέσα σε λίγα χρόνια να είναι πάλι
ελεύθερος και σε μεγάλο βαθμό να παραμένει ατιμώρητος. Ο εγκλεισμός κάποιου
στη φυλακή ακόμη και αν είναι για όλη του τη ζωή (περιπτώσεις καταδίκης σε δις και
τρις ισόβια) δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο δράστης δεν θα διαπράξει το ίδιο έγκλημα
και μέσα στη φυλακή αλλά ούτε και μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας
πιθανής απόδρασής του. Η θανατική ποινή είναι η μόνη ποινή που μπορεί να
εγγυηθεί τη σίγουρη τιμωρία του δράστη χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο αλλά
είναι και η μόνη περίπτωση που οι εγκληματίες στέκονται ισάξια απέναντι στο νόμο,
ανεξάρτητα από το ποιοι είναι.
Ε) Η θανατική ποινή, με την προϋπόθεση ότι αυτή γίνεται άμεσα, δεν επιβαρύνει το
κράτος οικονομικά. Η λειτουργία των φυλακών απαιτεί μεγάλες οικονομικές δαπάνες
με τις οποίες καταλήγει τελικά να επιβαρύνεται ο απλός φορολογούμενος πολίτης.
Επιπροσθέτως, ο μακροχρόνιος εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή επιτείνει το
φαινόμενο της υπερφόρτωσης των σωφρονιστικών ιδρυμάτων που έχει ως
αποτέλεσμα να επικρατούν σε αυτά άθλιες και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης
λόγω του πολύ μεγαλύτερου αριθμού κρατουμένων που αναγκάζονται να
φιλοξενούν από αυτόν που κανονικά θα έπρεπε και που είναι σχεδιασμένα να
φιλοξενούν.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Παρά το σχετικά μεγάλο αριθμό τους και την ιστορική και φιλοσοφική θεμελίωσή τους,
τα επιχειρήματα υπέρ της επιβολής της θανατικής ποινής συναντούν έναν ισχυρότατο
αντίλογο με τις βασικές του θέσεις να συνοψίζονται στα εξής:
Α) Η θανατική ποινή δεν προλαμβάνει κανένα έγκλημα. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για
καθ’ έξιν εγκληματίες ή ψυχρούς και φανατισμένους δολοφόνους οι οποίοι δεν
υπολογίζουν καθόλου τη θανατική ποινή αφού πολλοί από αυτούς δεν διστάζουν να
συμμετέχουν ακόμη και σε επιχειρήσεις αυτοκτονίας. Άλλωστε και στατιστικές πολλών
χωρών έδειξαν ότι μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής δεν αυξήθηκαν τα
κακουργήματα. Στη Δανία για παράδειγμα το 1944 όταν οι Γερμανικές αρχές κατοχής
διέλυσαν τη δανική αστυνομία επειδή τις σαμποτάριζε, αυξήθηκε ο αριθμός των
εγκλημάτων γενικά, με εξαίρεση τις ανθρωποκτονίες και τα βαριά σεξουαλικά
εγκλήματα, που έμειναν ανεπηρέαστα από το φόβο της αποκάλυψης και της
τιμμώρησης, παρ’ όλο που αυτά μπορούσαν να επισύρουν θανατική ποινή. Με άλλα
λόγια, η αύξηση ή μείωση της πιθανότητας επιβολής θανατικής ποινής δεν επηρεάζει
τους δράστες βαριών εγκλημάτων.
Β) Το σύστημα «οφθαλμός αντί οφθαλμού» είναι αναχρονιστικό και δεν μπορεί να
εφαρμόζεται στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Δεν μπορεί η κοινωνία να
εφαρμόζει ως ποινή την ίδια η εγκληματική πράξη για την οποία κατηγορεί και
καταδικάζει το δράστη καθώς έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος βίας. Με την
επιβολή της θανατικής ποινής το κράτος μετατρέπεται σε ένα νομιμοποιημένο
δολοφόνο με τη δική μας συναίνεση. Αν λοιπόν δίνουμε στο κράτος το δικαίωμα να
δολοφονεί τους πολίτες του, τότε του δίνουμε το δικαίωμα να παραβιάσει και άλλα
δικαιώματα.
Γ) Μπορεί με τη θανατική ποινή να επέρχεται ψυχική δικαίωση της οικογένειας του
θύματος αλλά με το θάνατο του δράστη το θύμα δεν επιστρέφει στη ζωή. Άλλωστε η
θανάτωση του δράστη είναι μια απόφαση την οποία δεν παίρνει το ίδιο το θύμα αλλά η
οικογένεια του για λογαριασμό του χωρίς να είναι σίγουρη αν και το θύμα θα είχε την
ίδια επιθυμία.
Δ) Ένα από τα σημαντικότερα μείον της θανατικής ποινής είναι το μη αναστρέψιμο
αυτής σε περίπτωση δικαστικής πλάνης. Παρά την πρόοδο της εγκληματολογίας και της
βιοιατρικής οι οποίες έχουν ανακαλύψει διάφορες επιστημονικές μεθόδους για την
εξιχνίαση εγκλημάτων, με κυριότερη και πιο γνωστή τη μέθοδο ανάλυσης DNA, η οποία
εγγυάται υψηλά ποσοστά ακρίβειας, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αυτές
αποδεικνύονται λανθασμένες και οδηγούν στην καταδίκη λάθος ανθρώπων. Ανάλογη
είναι και η περίπτωση όταν υπάρχουν ελαφρυντικά υπέρ του δράστη τα οποία δεν
μπορούν να αποδειχθούν και αποδεικνύονται σε χρόνο μεταγενέστερο της εκτελέσεως.
Ε) Η λειτουργία των φυλακών μπορεί να είναι οικονομικά ζημιογόνος για το κράτος
και ιδιαίτερα για τους πολίτες που επωμίζονται το οικονομικό βάρος της συντήρησής
τους, αποτελεί όμως ένα «αναγκαίο κακό» , μια βασική προϋπόθεση για την
διασφάλιση της προστασίας των πολιτών από άτομα που αποτελούν απειλή για το
κοινωνικό σύνολο. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση που προκαλείται από τους
καταδίκους για τα εγκλήματα που απαιτούν θανατική ποινή είναι αναλογικά πολύ
μικρότερη σε σχέση με αυτή που προκαλείται από τους καταδίκους άλλων εγκλημάτων
όπως πχ. Κατά της τιμής, των ηθών, της δημόσιας ασφάλειας κλπ. Άλλωστε η
οικονομική επιβάρυνση του κράτους δεν μπορεί να σταθεί ως επιχείρημα απέναντι σε
επιχειρήματα όπως είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής.
ΣΤ) Το σωφρονιστικό σύστημα δεν πρέπει να αποβλέπει στην εκδίκηση αλλά να έχει
σωφρονιστικό χαρακτήρα με τελική επιδίωξη την διόρθωση, επανένταξη και
επανακοινωνικοποίηση του εγκληματία. Η θανατική ποινή ακυρώνει τη λειτουργία αυτή
του σωφρονιστικού συστήματος και εξαλείφει κάθε πιθανότητα μετάνοιας και
μεταμέλειας από τον εγκληματία καθώς «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».
Ζ) Βασικότερο καθήκον και πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας αποτελεί ο σεβασμός
και η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της αξίας της προσωπικότητας του κάθε
ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975). Ο εγκληματίας παρόλη την
παραβατική συμπεριφορά του δεν στερείται την ανθρώπινη ιδιότητά του και η ζωή του
δεν μπορεί να εξαιρεθεί αυτής της προστασίας. Σε κάθε δημοκρατικό καθεστώς η
ανθρώπινη ζωή οφείλει να προστατεύεται απόλυτα χωρίς να εξαρτάται από καμία
παράμετρο. Μόνον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα συναντάται το
φαινόμενο της περιφρόνησης της ανθρώπινης αξίας σε άτομα που διέπραξαν
εγκλήματα.
Η) Η θανατική ποινή με το βάναυσο και απάνθρωπο χαρακτήρα της προκαλεί το κοινό
αίσθημα, φανατίζει και εξάπτει το μίσος διχάζοντας την κοινωνία. Γενικά η χαλάρωση
ή η υπερβολική αυστηρότητα στην επιβολή των ποινών μπορεί να λειτουργήσει
καταλυτικά για την κοινωνική σταθερότητα, επιφέροντας αναταραχές, σγκρούσεις,
αναρχία και να οδηγήσει ακόμα και στην διάλυση της κοινωνίας. Όλα αυτά
αποδεικνύουν την αναποτελεσματικότητα του σωφρονιστικού συστήματος να διατηρήσει
την έννομη τάξη με ηπιότερα προληπτικά μέτρα και οδηγεί στην ηθική καταρράκωση
της κοινωνίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σκοπός της ποινής θα πρέπει να είναι ο σωφρονισμός του εγκληματία, η αναμόρφωση
του χαρακτήρα του με τη συνειδητοποίηση της πράξης του και του τιμήματος που
πληρώνει και η προετοιμασία για την επανακοινωνικοποίησή του για οποιοδήποτε
έγκλημα και αν έχει αυτός διαπράξει.
Μέσα από την επιβολή των ποινών τονίζεται η ανάγκη του αλληλοσεβασμού και της
αποδοχής των κανόνων της κοινωνίας, ενισχύεται η κοινωνική συνείδηση. Η ποινή
ηθικοποιεί, εξανθρωπίζει, προϊδεάζει τον πολίτη για τις συνέπειες της απειθαρχίας του
και του θυμίζει τις υποχρεώσεις του απέναντι στην πολιτεία. Όλες αυτές οι λειτουργίες
της ποινής παύουν να υπάρχουν όταν πρόκειται για την εσχάτη των ποινών, τη
θανατική ποινή η οποία πέρα από τον εκφοβιστικό της χαρακτήρα, ο οποίος ακόμα
αμφισβητείται, όχι μόνο δεν δίνει στον εγκληματία την ευκαιρία να αλλάξει και να
κοινωνικοποιηθεί αλλά αποτελεί και κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος της ζωής
του.
Η ανθρώπινη ζωή είναι αγαθό απαραβίαστο και η κρατική εξουσία δεν έχει κανένα
δικαίωμα να την αφαιρεί για κανένα απολύτως λόγο. Η πολιτεία δεν μπορεί να μεριμνά
πρώτα για την αυτοπροστασία της και μετά για τη προστασία των πολιτών της.
Σε μια εποχή πολιτισμικής προόδου, η εκτέλεση της θανατικής ποινής, ακόμα και για το
πιο στυγερό έγκλημα, αποτελεί παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η θανατική
εκτέλεση αποτελεί τη μέγιστη ηθική και φυσική βλάβη που μπορεί να υποστεί ένα άτομο
από την πολιτεία.


ΗΘΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ : Η ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ ΑΠΟ ΤΗ
ΣΚΟΠΙΑ ΤΟΥ ΩΦΕΛΙΜΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΝΤΙΑΝΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
Ο Ιμμάνουελ Καντ, του οποίου οι τελευταίες ημέρες περιγράφονται στο ομώνυμο
βιβλιο του Tόμας ντε Κουίνσυ που κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις
Άγρα, στη δεύτερη διατύπωση της κατηγορικής προσταγής, της ηθικής δηλαδή αρχής
που πρέπει να διέπει τις πράξεις μας, λέει ότι ποτέ δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε
τους ανθρώπους απλώς ως μέσα για την επίτευξη κάποιου στόχου αλλά πάντοτε να
θεωρούμε την ανθρώπινη προσωπικότητα, είτε πρόκειται για τον εαυτό μας είτε για
άλλους, ως τον υπέρτατο σκοπό. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος δεν έχει τιμή όπως τα
πράγματα που μπορούν να ανταλλάσσονται, να εξαγοράζονται, να
απαλλοτριώνονται, αλλά αξία απόλυτη, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μας επιβάλλει ακόμα και στην περίπτωση
της τιμωρίας και των στυγνότερων εγκληματιών να απέχουμε από πρακτικές που
προσβάλλουν την "ιερότητα" αυτής της άνευ όρων αξίας. "Ιερότητα" που δεν
θεμελιώνεται στο Θεό ή στη φύση (δεν είναι δηλαδή κάτι που μας δίδεται ή
ανακαλύπτουμε), αλλά αποτελεί αξίωση της ηθικής, της λογικής και της αυτονομίας.
Ετσι σύμφωνα με τον Καντ και αντίθετα προς μία ωφελιμιστική αντίληψη της ηθικής,
δεν επιτρέπεται να επιβάλλουμε ποινές γιατί προσδοκούμε από αυτές καλά
αποτελέσματα για μεμονωμένα άτομα ή γενικά για την κοινωνία, π.χ.,
παραδειγματισμό, σωφρονισμό ή πρόληψη, αλλά μόνο για λόγους δικαιοσύνης. Εν
τούτοις, παρ' όλη την κατίσχυση του ωφελιμισμού στη θεμελίωση του ποινικού
συστήματος που διαθέτουν οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, οι καντιανές έννοιες και
αρχές εξακολουθούν να είναι πρωταρχικής σημασίας. Και, παραδόξως, αντίθετα με
τη θέση του φιλοσόφου που τις συνέλαβε, είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτές που
μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να δικαιολογήσουν την κατάργηση της θανατικής
ποινής.
Σύμφωνα με την ηθική του ωφελιμισμού,η θανατική ποινή είναι μια ενδεδειγμένη
λύση καθώς θα υπήρχε μεγάλο όφελος για όλους τους πολίτες, συνεπώς θα υπάρχει
και ο φόβος της τιμωρίας και παραδειγματισμός.

ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
«Η εντολή ου φονεύσεις έχει απόλυτη αξία και απευθύνεται και στους αθώους και
στους ενόχους. Ακόμα και οι εγκληματίες έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα στη ζωή,
ένα δώρο από το Θεό» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πάπας Φραγκίσκος.
Οι ανθρώπινες κοινωνίες σε όλα τα στάδια της ιστορικής τους εξέλιξης,
συνοδεύονται από την βία και το έγκλημα, ενώ η αντιμετώπιση τους καθώς και η
τιμωρία των εγκληματιών αποτελούν ζητήματα προβληματισμού. Οι πρωτόγονες
μάλιστα κοινωνίες στηρίζονται πάνω στην εκδίκηση και στην επικράτηση του
ισχυρού. Η θανατική ποινή, ως εσχάτη των ποινών, έχει μακραίωνη ιστορία αφού
υπάρχουν αναφορές από την ελληνική μυθολογία μέχρι την σημερινή εποχή, όπου
πλέον η ανθρώπινη ζωή είναι αναμφισβήτητο πανανθρώπινο δικαίωμα. Η εφαρμογή
της θανατικής ποινής όμως διχάζει την κοινή γνώμη. Συχνά, όταν διαπράττονται
ειδεχθή εγκλήματα, η συζήτηση για την θανατική ποινή έρχεται στο προσκήνιο
ακόμη και με μη πολιτισμένο τρόπο. Είναι επίσης ένα θέμα που κεντρίζει το
ενδιαφέρον και φουντώνει τις συζητήσεις των νέων ανθρώπων και ειδικά των
μαθητών. Το ζήτημα της θανατικής ποινής είναι από τα πλέον αμφιλεγόμενα και
συζητείται διεξοδικά.
Στη ζωή, στη λατρεία και στην πράξη της Εκκλησίας, η θανατική ποινή δεν έχει χώρο.
Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού διδάσκει την αγάπη στον άνθρωπο ως πρόσωπο και όχι
ως μαζοποιημένο άτομο. Με αυτή την λογική, κάθε ανθρώπινη ζωή είναι δώρο θεού
και αυταξία. Η ορθόδοξη θεολογία στηλιτεύει την αφαίρεση ζωής από οποιονδήποτε
θύτη, αλλά δεν φτάνει σε σημείο να ζητήσει την αφαίρεση της δικής του ζωής ως
εκδίκηση ή ως μια κακώς εννοούμενη κοινωνική εξισορρόπηση. Η εκκλησία διδάσκει
την μετάνοια, η ευκαιρία της οποίας διαρκεί δια βίου. Η ζωή του καθενός είναι ο
χρονικός ορίζοντας στον οποίο ο καθένας καλείται να τα βρεί με την ψυχή του και με
τον θεό. Το μίσος δεν μπορεί να ξεπεραστεί με την βία, αλλά μόνο με την αγάπη. Η
ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΩΣ, ΤΟ ΚΕΡΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΒΗΣΤΕΙ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΖΗΤΑΜΕ ΤΗΝ ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ.
Κατά την γνώμη μου, η θανατική ποινή δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται διότι οι
άνθρωποι φανατίζονται σε καταστάσεις οι οποίες κύριο στόχο τους έχουν την βία και
το μίσος .Η θανατική ποινή , είναι ένας βίαιος και απάνθρωπος θάνατος , είναι ένας
φόνος εκ προμελέτης, εξευτελίζει το κράτος και κάνει την κοινωνία πιο βίαιη. Η
θανατική ποινή παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνία μας και κάνει τις διακρίσεις
ανάμεσα στους ανθρώπους πολύ πιο έντονες. Με την θανατική ποινή οι άνθρωποι
δεν έχουν την δυνατότητα να καταλάβουν από τα λάθη τους και να προσπαθήσουν
για να βελτιώσουν τον εαυτό τους .Είναι το μόνο φαινόμενο που έχει τόσο μεγάλη
αρνητική επιρροή καθώς δεν φέρνει ειρήνη. Όλοι οι ανθρωποι κάνουμε λάθη κανείς
δεν είναι τέλειος , κάθε μέρα πρέπει να ζούμε για να γινόμαστε καλύτεροι και πιο
δυνατοί , η αγάπη είναι το παν , είναι το πιο δυνατό συναίσθημα αυτό, που ενώνει
τις ψυχές όλων. Ο Θεός μας έδωσε την ζωή και κανείς εκτός από αυτόν δεν μπορεί να
μας την πάρει πίσω.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ
Κιντή Βάσω 1998, Η θανατική ποινή , Ο Πολίτης, 46 users.uoa.gr
https://gr.euronews.com/2018/08/02/vatikano-kata-ths-thanatikhs-poinhs ίσης, η
Εκκλησία διδάσκει την αγάπη στον άνθρωπο ως πρόσωπο και όχι ως μα
, https://www.cnn.gr/news/kosmos/story/141215/papas-fragkiskos-h-thanatiki-poini-einaiaparadekti
https://mospat.ru/gr/documents/social-concepts/ix/
https://theologosnaf.blogspot.com/2016/03/blog-post.html

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΑΛΑΚΟΥΡΑ Β2